Η Σφαγή στο Κοντομαρί αφορά στην εκτέλεση των αρρένων χωρικών, στο Κοντομαρί, στην Κρήτη από ένα εκτελεστικό απόσπασμα Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχε δημιουργηθεί για αυτόν το σκοπό, στις 2 Ιουνίου 1941, κατά τη διάρκεια του Β\' Παγκοσμίου Πολέμου. Η εκτέλεση αποτελούσε την πρώτη από μια σειρά αντιποίνων στην Κρήτη. Ενορχηστρώθηκε από τον Πτέραρχο Κουρτ Στουντέντ σε αντίποινα για την συμμετοχή των Κρητών στη Μάχη της Κρήτης, που είχε καταλήξει με την παράδοση της νήσου, δύο ημέρες νωρίτερα. Η σφαγή καταγράφηκε από τον φωτογραφικό φακό του πολεμικού ανταποκριτή που συνόδευε το απόσπασμα για λογαριασμό της προπαγάνδας του Γερμανικού στρατού. Τα αρνητικά των φωτογραφιών ανακαλύφθηκαν μετά από 39 χρόνια στα Ομοσπονδιακά Γερμανικά Αρχεία από Έλληνα δημοσιογράφο.
Μετά τις διαταγές του Στουντέντ οι κάτοικοι του Κοντομαρί κατηγορήθηκαν για το θάνατο μερικών Γερμανών στρατιωτών, των οποίων τα πτώματα είχαν βρεθεί κοντά στο χωριό. Στις 2 Ιουνίου 1941 τέσσερα φορτηγά γεμάτα με Γερμανούς αλεξιπτωτιστές από το 3ο Τάγμα του 1ου Πρώτου Αερομεταφερόμενου Συντάγματος της Λούφτβαφφε, υπό τις διαταγές του υπολοχαγού Χόρστ Τρέμπες περικύκλωσαν το Κοντομαρί. Ο Τρέμπες, πρώην μέλος της Χιτλερικής Νεολαίας, ήταν ο ανώτερος αξιωματικός του Τάγματος που είχε επιβιώσει της μάχης αλώβητος. Οι στρατιώτες διεξήγαγαν εξονυχιστικούς ελέγχους στα σπίτια του χωριού. Όταν μάλιστα εντοπίστηκε σε ένα σπίτι, το τρυπημένο από σφαίρα χιτώνιο Γερμανού αλεξιπτωτιστή, τα πνεύματα οξύνθηκαν και το σπίτι πυρπολήθηκε κατόπιν διαταγής του Τρέμπες. Άντρες, γυναίκες και παιδιά συγκεντρώθηκαν δια της βίας στην πλατεία του χωριού. Μετά επιλέχθηκαν μερικοί από τους άντρες, ενώ τα γυναικόπαιδα αφέθηκαν ελεύθερα.
Οι όμηροι οδηγήθηκαν στους παρακείμενους ελαιώνες, όπου οι Γερμανοί έστησαν τη γραμμή του θανάτου και ακολουθώντας το πρόσταγμα του Υπολοχαγού Τρέμπες σκόπευσαν και εκτέλεσαν τους άντρες που είχαν απέναντί τους. Ο σαδισμός και ο κυνισμός του Τρέμπες αποτυπώνονται στα τελευταία του λόγια προς τους μελλοθάνατους, πριν δώσει το πρόσταγμα για την εκτέλεσή τους: «Όποιος θέλει τώρα μπορεί να φύγει».
Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν είναι ξεκάθαρος. Σύμφωνα με τα γερμανικά αρχεία, 23 άντρες εκτελέστηκαν, αλλά σύμφωνα με άλλες πηγές ο τελικός φόρος αίματος ανήλθε στους 60. Η όλη επιχείρηση αποτυπώθηκε από το φωτογραφικό φακό του Φραντς Πέτερ Βάιξλερ, που συνόδευε τη Βέρμαχτ ως πολεμικός ανταποκριτής για τις ανάγκες της Γερμανικής πολεμικής προπαγάνδας.
Ο Γαλάνης και ο Βλαζάκης ήταν οι μόνοι που κατόρθωσαν να ξεφύγουν από τον καταιγισμό πυρών. Ο Γαλάνης παρά το διαμπερές τραύμα στον πνεύμονα άντεξε κρυμμένος σε παρακείμενα στάρια όλη τη νύχτα και τελικώς διέφυγε. Ο Βλαζάκης, έχοντας ακατάσχετη αιμορραγία από βαρύτερα τραύματα, κατέφυγε στο σπίτι του για να τα δέσει, αλλά οι Γερμανοί ακολουθώντας τα ίχνη του αίματος τον καταδίωξαν, τον εντόπισαν και τον εκτέλεσαν, ενώ προσπαθούσε να διαφύγει στο σπίτι του αδερφού του.
Μετά τις διαταγές του Στουντέντ οι κάτοικοι του Κοντομαρί κατηγορήθηκαν για το θάνατο μερικών Γερμανών στρατιωτών, των οποίων τα πτώματα είχαν βρεθεί κοντά στο χωριό. Στις 2 Ιουνίου 1941 τέσσερα φορτηγά γεμάτα με Γερμανούς αλεξιπτωτιστές από το 3ο Τάγμα του 1ου Πρώτου Αερομεταφερόμενου Συντάγματος της Λούφτβαφφε, υπό τις διαταγές του υπολοχαγού Χόρστ Τρέμπες περικύκλωσαν το Κοντομαρί. Ο Τρέμπες, πρώην μέλος της Χιτλερικής Νεολαίας, ήταν ο ανώτερος αξιωματικός του Τάγματος που είχε επιβιώσει της μάχης αλώβητος. Οι στρατιώτες διεξήγαγαν εξονυχιστικούς ελέγχους στα σπίτια του χωριού. Όταν μάλιστα εντοπίστηκε σε ένα σπίτι, το τρυπημένο από σφαίρα χιτώνιο Γερμανού αλεξιπτωτιστή, τα πνεύματα οξύνθηκαν και το σπίτι πυρπολήθηκε κατόπιν διαταγής του Τρέμπες. Άντρες, γυναίκες και παιδιά συγκεντρώθηκαν δια της βίας στην πλατεία του χωριού. Μετά επιλέχθηκαν μερικοί από τους άντρες, ενώ τα γυναικόπαιδα αφέθηκαν ελεύθερα.
Οι όμηροι οδηγήθηκαν στους παρακείμενους ελαιώνες, όπου οι Γερμανοί έστησαν τη γραμμή του θανάτου και ακολουθώντας το πρόσταγμα του Υπολοχαγού Τρέμπες σκόπευσαν και εκτέλεσαν τους άντρες που είχαν απέναντί τους. Ο σαδισμός και ο κυνισμός του Τρέμπες αποτυπώνονται στα τελευταία του λόγια προς τους μελλοθάνατους, πριν δώσει το πρόσταγμα για την εκτέλεσή τους: «Όποιος θέλει τώρα μπορεί να φύγει».
Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν είναι ξεκάθαρος. Σύμφωνα με τα γερμανικά αρχεία, 23 άντρες εκτελέστηκαν, αλλά σύμφωνα με άλλες πηγές ο τελικός φόρος αίματος ανήλθε στους 60. Η όλη επιχείρηση αποτυπώθηκε από το φωτογραφικό φακό του Φραντς Πέτερ Βάιξλερ, που συνόδευε τη Βέρμαχτ ως πολεμικός ανταποκριτής για τις ανάγκες της Γερμανικής πολεμικής προπαγάνδας.
Ο Γαλάνης και ο Βλαζάκης ήταν οι μόνοι που κατόρθωσαν να ξεφύγουν από τον καταιγισμό πυρών. Ο Γαλάνης παρά το διαμπερές τραύμα στον πνεύμονα άντεξε κρυμμένος σε παρακείμενα στάρια όλη τη νύχτα και τελικώς διέφυγε. Ο Βλαζάκης, έχοντας ακατάσχετη αιμορραγία από βαρύτερα τραύματα, κατέφυγε στο σπίτι του για να τα δέσει, αλλά οι Γερμανοί ακολουθώντας τα ίχνη του αίματος τον καταδίωξαν, τον εντόπισαν και τον εκτέλεσαν, ενώ προσπαθούσε να διαφύγει στο σπίτι του αδερφού του.
- Κατηγορίες
- Greek Films
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει